RECLINING - ορισμός. Τι είναι το RECLINING
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι RECLINING - ορισμός

WIKIMEDIA DISAMBIGUATION PAGE

reclining         
a.
1.
Leaning, recumbent, lying.
2.
Resting, reposing.
Reclining         
·adj Recumbent.
II. Reclining ·p.pr. & ·vb.n. of Recline.
III. Reclining ·adj Bending or curving gradually back from the perpendicular.
Reclining Figure 1938         
  • Bronze at the [[OCBC Centre]], Singapore
SCULPTURE SERIES BY HENRY MOORE (LH 192)
Large Reclining Figure
Reclining Figure 1938 (LH 192) is a small sculpture by Henry Moore of an sinuous abstracted human figure. An enlarged version was made in 1984 for the Oversea-Chinese Banking Corporation, Singapore.

Βικιπαίδεια

Reclining

Reclining may refer to being in a:

  • Reclining chair or recliner, being in an armchair or sofa that adjusts so that the back rest lowers and a footrest rises to allow a person to recline in a comfortable position
  • Reclining position or supine, the anatomical term to describe the body being on its back, face up
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για RECLINING
1. Seating specs: Continental features reclining cradle seats in BusinessFirst.
2. Camara Diarra said, reclining in a leather couch.
3. We toured a few properties in his Lamborghini, tastefully emblazoned with a reclining naked woman motif.
4. There are still enough divans and cushions to provide for some relaxed reclining, however.
5. The balloons are tied to a framework attached to a reclining lawn chair.